Η ψηφιακή εποχή, στην οποία έχουμε εισέλθει εδώ και σχεδόν 20 χρόνια έχει αλλάξει δραματικά τον τρόπο ζωής και τις συνήθειες σε όλο το φάσμα. Τίποτε δεν έχει μείνει ανεπηρέαστο. Όπως σε όλες τις σαρωτικές αλλαγές πέρα από τα «καλά», που ενδεχομένως προκύπτουν, υπάρχουν και παράπλευρες απώλειες, συνήθως αρκετές, καθώς το γύρισμα της σελίδας της ιστορίας πάντοτε συνεπάγεται αλλαγή ή απώλεια ρόλου για κάποιους. Ένας από τους τομείς που εμφανέστατα έχουν επηρεαστεί είναι η μουσική και ο κινηματογράφος. Η τεχνολογία της συμπίεσης των αρχείων ήταν το κρίσιμο γεγονός για να ανατραπεί εντελώς ο τρόπος με τον οποίο ο τελικός ακροατής ενός μουσικού έργου και ο τελικός θεατής μιας ταινίας βιώνουν τα αγαπημένα τους έργα τέχνης. Κάνοντας ένα γρήγορο πέρασμα από το χώρο του κινηματογράφου, εκτός από το δραστικό περιορισμό των ανεξάρτητων κινηματογραφικών αιθουσών και την αντικατάστασή τους από τα multiplex, έχει αλλάξει και η εμπειρία, η τελετουργία της κινηματογραφικής θέασης. Κύρια έκφανση της αλλαγής αυτής είναι είναι κατά τη γνώμη μου η κατάργηση του διαλείμματος στη μέση της ταινίας. Τώρα πια η ταινία προβάλλεται μονοκόμματη. Έτσι δεν έχεις την ευκαιρία να τα πεις με την παρέα σου σχετικά με το πως τους φαίνεται η ταινία, να πεταχτείς μέχρι το μπαρ και φυσικά μέχρι το WC… Ήταν πολύ ενδιαφέρον πέρυσι το Μάρτιο όταν βρεθήκαμε με τα παιδιά μου στην Κέρκυρα, όπου λειτουργεί ο θαυμάσιος κινηματογράφος «Ορφεύς» και πήγαμε να παρακολουθήσουμε μια ταινία. Έκανε διάλειμμα !!! και αναγκάστηκα να απαντήσω στις ερωτήσεις των παιδιών και να τους εξηγήσω τη διαδικασία της κινηματογραφικής θέασης, όπως γινόταν παλιά. Αλλά και η μουσική έχει γίνει αγνώριστη. Downloading, streaming, MP3’s και κάθε λογής εφεύρεση έβγαλαν με συνοπτικές διαδικασίες από τη μέση το φυσικό προϊόν δηλαδή το CD και φυσικά τα παλαιότερα μέσα: δίσκο βινυλίου και κασέτα. Τώρα πια σε ένα USB stick κρεμασμένο μαζί με τα κλειδιά μας όλοι μας κουβαλάμε παντού χιλιάδες τραγούδια, τόσα που σε άλλες εποχές θα γέμιζαν πάμπολλα ράφια και ντουλάπες ως δίσκοι. Ωραία, ευκολία, πολιτισμός, εξέλιξη. Όμως εμένα κάτι μου λείπει ή μάλλον πολλά μου λείπουν και νομίζω σε πολλούς μουσικόφιλους.
Η αίσθηση του φυσικού προϊόντος της μουσικής είναι σχεδόν φετιχιστική. Το βινύλιο με το μεγαλόσχημο τετράγωνο χαρτονένιο εξωτερικό φάκελλο, τη διάφανη εσωτερική θήκη και φυσικά τα υπέροχα εξώφυλλα, πραγματικά έργα τέχνης. Πιο μέσα ο ίδιος ο δίσκος, με τα αυλάκια του που γυρνούσαν αρμονικά πάνω στο πικάπ.
Η κασέτα πάλι χρησιμοποιούνταν πιο πολύ για «συλλογές-ιδιοκατασκευές», το λεγόμενο «home-taping», αρκετοί όμως όπως η αφεντιά μου διατηρούσαν συλλογή κασετών αντί για βινύλια. Το μικρό κουτάκι της κασέτας, άλλη μαγεία… Θυμάστε ότι έπρεπε να αλλάζεις πλευρά όταν τελείωνε η Α και έπρεπε να τη γυρίσεις στη Β. Θυμάστε επίσης τι γινόταν όταν το κασετόφωνο «μασούσε» την ταινία… ολόκληρες πατέντες για τη συγκόλληση.
Στο χαρτάκι του εξωφύλλου οι τίτλοι των τραγουδιών απέξω αλλά και στο εσωτερικό και πάνω στο κέλυφος αυτοκόλλητο με τον τίτλο του περιεχομένου.
Τέλος το CD, μικρογραφία του βινυλίου, με ήχο πιο επίπεδο, πιο λουστραρισμένο, πιο άψυχο σε σχέση με τα άλλα δύο μέσα που προαναφέρθηκαν. Στις επιμελημένες εκδόσεις των CD εξαιρετικά εξώφυλλα και βιβλιαράκια στο εσωτερικό με στίχους, πληροφορίες, φωτογραφίες, ένας μικρός θησαυρός…
Μιλώ προσωπικά, αλλά νομίζω ότι ισχύει για πολλούς: αν μου ζητούσαν να προσδιορίσω κάποια μέρη ως επιγείους παραδείσους ανθρωπίνης προελεύσεως θα έλεγα χωρίς δισταγμό τα βιβλιοπωλεία και τα δισκοπωλεία. Και ενώ βιβλιοπωλεία περνούν δύσκολες εποχές και κλείνουν το ένα μετά το άλλο, έχουν όμως μια μεγαλύτερη αντοχή να επιδείξουν σε σχέση με τα δισκοπωλεία, που έχουν κυριολεκτικά αποψιλωθεί. Σε όλη τη χώρα δεν πρέπει να ξεπερνούν τα 100 σήμερα… Χώροι απόλυτης μαγείας τα δισκοπωλεία. Μια μικρή βιωματική αναδρομή λέω να επιχειρήσω και όποιος θέλει ας ακολουθήσει, κάνοντας και ο ίδιος την ανάλογη δική του.
Είχα την τύχη να ζήσω τα φοιτητικά μου χρόνια στην Αθήνα της δεκαετίας του ΄80. Τα δισκοπωλεία (δισκάδικα) αμέτρητα και ολοζώντανα. Σε φάσεις αργόσχολες τα έπαιρνα με τη σειρά στον άξονα Ομόνοια-Σύνταγμα (και τις Κυριακές Μοναστηράκι για τα μεταχειρισμένα…). Τα σκήπτρα κατείχε η οδός Πανεπιστημίου. H αναφορά είναι ενδεικτική και η μνήμη (αναπόδραστα) επιλεκτική. Ξεκινώντας από κάτι απίθανες στοές γύρω από την Ομόνοια, όπου έβρισκες εξωπραγματικά για την εποχή πράγματα, αμερικάνικα bootlegs, υπερ-σπάνιες κασέτες και άλλα τέτοια καλούδια. Ιδιαίτερη μνεία φυσικά στη Στοά Φέξη επί της Πατησίων.
Ανεβαίνοντας δεξιά κυριαρχούσε το θρυλικό δισκάδικο της Τζίνας, που άντεξε μέχρι πρόσφατα, οπότε ανακοινώθηκε το κλείσιμό του. Η κυρία Τζίνα, επιβλητική παρουσία με ξανθό περιποιημένο μαλλί, πάντα πρόθυμη να σου βρει ότι έψαχνες, διατηρούσε εκτός από το κατάστημα και δισκογραφική εταιρεία τη «Tzina Records», στην οποία είχαν ηχογραφήσει σημαντικά ονόματα του ποιοτικού αλλά και του … λιγότερο ποιοτικού τραγουδιού. Συνεχίζοντας την άνοδο προς το Σύνταγμα στη στοά Πεσματζόγλου, το δισκοπωλείο που έστησε ο Νίκος Ξυλούρης και κρατούσε για πάνω από 30 χρόνια, νομίζω έως και σήμερα η σύζυγός του Ουρανία. Για εμένα όμως ο «ναός» ήταν το «Music Corner» στη γωνία Πανεπιστημίου και Ιπποκράτους. Ακόμη με θυμάμαι να χαζεύω και να «ζαχαρώνω» στη φροντισμένη βιτρίνα του το «Waiting For Colombus» των Little Feat… Έχω περάσει ατελείωτες ώρες στο υπόγειο αυτού του μαγαζιού, ψαχουλεύοντας τους αμύθητους θησαυρούς του. Αναρωτιέμαι τι να κάνει η κυρία Μαρία Μπουρτζίκου, η αεικίνητη ψυχή του μαγαζιού, που το κρατούσε μαζί με τα παιδιά της. Ακόμη, το Jazz-Rock κοντά στη Νομική, το δισκοπωλείο των Αδελφών Φαληρέα στη Σκουφά στο Κολωνάκι, όπου χρόνια αργότερα υπήρξε το πολύ ενδιαφέρον «Multi-Culti» με ειδίκευση στις μουσικές του Τρίτου Κόσμου. Στην οδό Νίκης, το ιστορικό «Music Box» του πρωτοπόρου στην ελληνική μουσική βιομηχανία Μάρτεν Γκεζάρ.
Ακόμη μικρό αλλά πολύ ζεστό και ενημερωμένο ήταν το τμήμα μουσικής, που διέθετε το πολυκατάστημα ΜΙΝΙΟΝ και καταστράφηκε ολοσχερώς από τον εμπρησμό του 1980. Ειδική μνεία για το κατάστημα της στοάς ΟΠΕΡΑ με ειδίκευση στην κλασσική μουσική και την όπερα, που ακόμη επιμένει. Είναι άπειρα, δεν τα θυμάμαι όλα, καθώς πολλά μικρά δισκάδικα υπήρχαν και στις περιφερειακές του Κέντρου περιοχές. Δεν θα ξεχάσω το μικρό μαγαζάκι στου Ζωγράφου, εκεί που αγόρασα το «Dark Side Of The Moon» των Pink Floyd. Στη Θεσσαλονίκη, όποτε ανέβαινα, σταθερή αξία είναι μέχρι σήμερα το «Stereodisc» στην Πλατεία Αριστοτέλους, πλούσιο, ψαγμένο, πρωτοποριακό και με άποψη. Η Θεσσαλονίκη είχε πάμπολλα εξαιρετικά δισκάδικα, από τα οποία αναρωτιέμαι πόσα έχουν μείνει ακόμη.
Τα δισκάδικα της πόλης μου είναι οι τόποι που γενιές ολόκληρες γνωρίσαμε και προσεγγίσαμε τη μουσική, σε όλο της το φάσμα. Με τη βοήθεια του καλού φίλου μου και δισκοπώλη Θωμά Νικολίτσα, προσπάθησα να ανασυνθέσω το παρελθόν των δισκάδικων των Ιωαννίνων. Πάσα προσθήκη δεκτή και εκ προοιμίου συγγνώμη εάν ξέχασα κάποιο, από αυτά τα τόσο αγαπημένα μας μαγαζιά.
Εξέχουσα θέση για πολλά χρόνια μέχρι το 1992, οπότε έκλεισε, είχε το κατάστημα του Άγγελου Κώτση στην οδό 28ης Οκτωβρίου, αριστερά λίγο μετά τη διασταύρωση με την οδό Χ.Τρικούπη. Ήταν το πιο μεγάλο, το απόλυτα ενημερωμένο δισκοπωλείο των Ιωαννίνων. Προσωπικά χαιρόμουν εκτός από το εσωτερικό και τη βιτρίνα του. Πολύ συχνά στη βιτρίνα ήταν αναρτημένα όλα τα εξώφυλλα των δίσκων από ένα συγκεκριμένο καλλιτέχνη ή συγκρότημα, ολόκληρη σχεδόν η δισκογραφία του. Θυμάμαι πόση εντύπωση μου είχε κάνει η βιτρίνα με την πλήρη δισκογραφία των Jethro Tull και τα υπέροχα εξώφυλλα. Όλη η σύνθεση της βιτρίνας ήταν έργο τέχνης από μόνη της. Μια προσωπική ανάμνηση σημαντική κρατώ από το μικρό κατάστημα του Απόστολου Μαράβα στο σημερινό πεζόδρομο της Μουλαϊμίδου. Εκεί αγόρασα τους δύο πρώτους δίσκους της συλλογής μου: Το «Book Of Dreams» του Steve Miller και το «A Kind of Hush» των Carpenters. Το επίσης μικρό και ζεστό κατάστημα του Λευτέρη Μακρή δίπλα στην είσοδο του κτιρίου της Ε.Η.Μ., είχε με θαυμαστό τρόπο συγκεντρώσει στο λιγοστό του χώρο μόνο ποιοτικά πράγματα από το ελληνικό και ξένο ρεπερτόριο. Μιας και βρισκόμαστε εκεί κοντά στην οδό Αβέρωφ, ειδική μνεία πρέπει αν γίνει στα πολύ παλιά δύο καταστήματα των αδελφών Μάρκου. Το ένα του Βασίλη Μάρκου επί της οδού Αβέρωφ με ειδίκευση στο λαϊκό και δημοτικό ρεπερτόριο, ενώ το άλλο του Κώστα Μάρκου στη στοά που ενώνει την Αβέρωφ με την Κωλέττη με έμφαση στη λαϊκή δισκογραφία. Από τα καταστήματα δίσκων με αμιγώς ελληνικό ρεπερτόριο θυμάμαι αυτό του Θανάση Παρασκευά στην αρχή της οδού Κ.Φρόντζου και του Παύλου Μάντζιου στη συμβολή Κάνιγγος και Ανεξαρτησίας.
Ιδιαίτερα πρωτοποριακό για την εποχή του ήταν το Video-Bar της Στοάς Ορφέα. Ένας συνδυασμός δισκοπωλείου και μπαρ, στο οποίο αντί για μουσική προβάλλονταν σε οθόνες μουσικά βιντεο-κλιπ. Το κατάστημα αυτό ανήκε στους αδελφούς Τάκη και Μάκη Οικονόμου και έκλεισε το 1993. Για πολλά χρόνια επίσης το κατάστημα του Σπύρου Κυριμκυρίδη ήταν γνωστό για τα ηχοσυστήματά του, διατηρούσε όμως και τμήμα πώλησης δίσκων, στην αρχή της 28ης Οκτωβρίου. Μακρόβιο υπήρξε και το πασίγνωστο δισκάδικο του συμμαθητή μου Άκη Λιόλιου («Il Disc’ Akis») φυσικά στη Ν.Ζέρβα 2. Σημείο αναφοράς για κάποια χρόνια και το κατάστημα του Θόδωρου Γαλανόπουλου στο σημερινό πεζόδρομο της Γρηγορίου Σακκά. Απέναντι από την Ακαδημία στη Δωδώνης υπήρχε το δισκάδικο του Λευτέρη Πανταζή (όχι του Λε-Πα, απλή συνωνυμία), που μου άρεσε ιδιαίτερα γιατί έφερνε δίσκους soul που δεν έβρισκες αλλού και ήταν η αδυναμία μου. Τρία δισκάδικα πιο περιφερειακά ήταν το W.O.M (World Of Music) του Θοδωρή Πασχάλη, κάτω από το Δικαστικό Μέγαρο, του Φίλιππα Ράπτη στην προέκταση της Μιχ.Αγγέλου προς το γήπεδο και του Λάκη Καρακίτσου ψηλά στη Ν.Ζέρβα. Αξέχαστο θα μείνει σε όσους το είχαν επισκεφθεί στο μικρό διάστημα που λειτούργησε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 το κατάστημα του Τάκη Παπαδημητρίου στην οδό Πουλίτσα. Ότι πιο πρωτοποριακό και ψαγμένο υπήρχε θα το έβρισκες εκεί. Ο καλός μου φίλος και σπουδαίος dj Διαμάντης Καμπαλώνης έστησε ένα μικρό αλλά θαυμάσιο δισκάδικο στο σημερινό πεζόδρομο της Μιχ.Αγγέλου. Πολλά από τα μοναδικά κομμάτια της συλλογής μου προέρχονται από το Nova Records του Διαμάντη. Είχες την εντύπωση ότι κάθε δίσκος που υπήρχε εκεί ήταν αποτέλεσμα εξαντλητικού ψαξίματος πριν εκτεθεί για πώληση.
Όλα αυτά τα δισκάδικα αποτελούν πια παρελθόν. Σήμερα υπάρχουν αν δεν κάνω λάθος μόνο τέσσερα (4) καταστήματα δίσκων στα Ιωάννινα και το τμήμα γνωστού πολυκαταστήματος για το οποίο όμως δε θεωρώ ότι μπορεί να συμπεριληφθεί εδώ. Το Beatnik στην οδό Ανεξαρτησίας, κοντά στο Γυαλί-Καφενέ, που έχει κυρίως βινύλια και μουσικά όργανα. Ομολογώ ότι δεν το έχω επισκεφθεί αλλά έχω την αίσθηση ότι πρόκειται για αξιόλογη προσπάθεια. Ο φίλος μου Λεωνίδας Βαταβάλης άνοιξε στην οδό Κάνιγγος 2γ το «Real Thing». Βαθύς γνώστης του ροκ ο Λεωνίδας έχει εξαιρετικό γούστο και σε άλλα είδη μουσικής και μπορεί να σε κατευθύνει. Το κατάστημά του έχει επίσης αρκετά γκάτζετς και rock memorabilia. To «Rock Shop» του Θοδωρή Μαντζούρη συνεχίζει σε μικρότερο χώρο στον πεζόδρομο της Μουλαϊμίδου. Στην προηγούμενη θέση του στη Βλαχλείδη ήταν για πολλά χρόνια συνώνυμο της ποσότητας και ποιότητας. Είχε άπειρα πράγματα, που ήθελες χρόνο να … σκάψεις κυριολεκτικά για να τα βρεις. Τέλος, το αγαπημένο όλων των μουσικόφιλων της πόλης «Music Shop Giorgio», που ξεκίνησε το 1987 στη Στοά Νικολάτου για να μεταφερθεί το 1995 στη Στοά Ορφέα όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα. Ο Γιώργος και ο Θωμάς Νικολίτσας έστησαν αυτό το δισκάδικο με πραγματική αγάπη και μεράκι. Βαθύτατοι γνώστες της δισκογραφίας και συλλέκτες οι ίδιοι, καταλάβαιναν τον κάθε πραγματικό συλλέκτη μουσικής. Ο Γιώργος έφυγε πριν από λίγα χρόνια για ψηλά και ο Θωμάς συνεχίζει πάντα με την ίδια αγάπη για τη μουσική. Τεράστια ποικιλία δισκογραφίας και προσωπική φιλική εξυπηρέτηση από το Θωμά στο μέγιστο βαθμό. Ένα πραγματικό σχολείο πολιτισμού, χωρίς υπερβολή.
Οι εποχές αλλάζουν, κάποιες αξίες όπως η αγάπη για τη μουσική όμως πρέπει να παραμένουν σταθερές. Πέρα από τα χιλιάδες MP3 που όλοι έχουμε στη μνήμη των υπολογιστών, νομίζω πως αξίζει να προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε τη μουσική μέσα από το φυσικό προϊόν. Γι’αυτό, περάστε από όσα δισκοπωλεία έχουν απομείνει και συνεχίζουν. Η εποχή έχει αλλάξει, η μαγεία όμως του δισκάδικου είναι πάντα ανεκτίμητη !!!