Σε λίγες μέρες κλείνω 30 χρόνια στο δικηγορικό λειτούργημα. Επειδή ο άτιμος ο χρόνος περνάει τρέχοντας με ιλιγγιώδη ταχύτητα, μου φαίνεται σαν χθες που μαζί με μια ομάδα φίλων και αγαπητών συναδέλφων ορκιστήκαμε νέοι δικηγόροι πριν από τρεις δεκαετίες. Ήταν για τη δικηγορία μια άλλη εποχή. Αυτονόητο ήταν ότι ο καθένας μας είτε άμεσα είτε σε σύντομο διάστημα θα άνοιγε το δικό του γραφείο. Ξεκινούσαμε έχοντας κατά νου ότι με υπομονή και δουλειά τα πρώτα χρόνια θα στεκόμαστε με αξιοπρέπεια και θα προχωρούσαμε ανοδικά. Για τους περισσότερους από εμάς έτσι συνέβη. Άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο διανύσαμε αυτή την πορεία, που συνεχίζεται για τους πιο πολλούς με σημαντικές βέβαια δυσκολίες τα τελευταία χρόνια.
Σε προσωπικό επίπεδο ανάμνησης κρατώ ιδιαίτερα το γεγονός των καλών σχέσεων μεταξύ των συναδέλφων στο Δικηγορικό Σύλλογο Ιωαννίνων. Ανθρώπινο είναι να υπάρχουν κάποτε εξαιρέσεις, αλλά ήταν ελάχιστες και παροδικές. Είναι δική μας κατάκτηση να είμαστε συναδελφικοί μεταξύ μας και να τηρούμε τους κανόνες της δεοντολογίας. Πραγματικά χαίρομαι, που το κλίμα αυτό διαχρονικά συνεχίζει να υπάρχει και στις νεότερες γενιές συναδέλφων. Είναι δική μας κατάκτηση η ύπαρξη θεσμών αλληλεγγύης, όπως το (δυστυχώς πάλαι ποτέ) Ταμείο Συνεργασίας, το Ταμείο Προνοίας (τώρα ΛΕΑΔΙ), ο ΛΕΔΕ, η ομάδα αιμοδοσίας, οι αθλητικές ομάδες, οι συνεστιάσεις, οι γιορτές για τα παιδιά και παλαιότερα οι εκδρομές. Και πώς να το κάνουμε, μου αρέσει πολύ που ακόμη στις ονομαστικές εορτές και στις γεννήσεις, ο εορτάζων έχει ένα κουτί γλυκά για κέρασμα στα γραφεία του Συλλόγου…
Μιλώντας για το Δικηγορικό Σύλλογο, δε μπορώ παρά να θυμηθώ πως τα 15 από τα 30 επαγγελματικά μου χρόνια τα αφιέρωσα στην κοινή προσπάθεια για τη βελτίωση της θέσης των συναδέλφων και της απονομής της Δικαιοσύνης μέσα από τη συμμετοχή και δουλειά στα Διοικητικά Συμβούλια. Είχα την τύχη να εκλεγώ από τους Συναδέλφους μου μέλος πέντε Διοικητικών Συμβουλίων του Δικηγορικού Συλλόγου Ιωαννίνων και σε δύο από αυτά μου έγινε η ύψιστη τιμή να διατελέσω Πρόεδρος. Θα ήθελα μέσα από την καρδιά μου να ευχαριστήσω για τη βοήθεια, τη συνεργασία, τη συμπαράσταση, την αγάπη και την κατανόηση όλους τους συναδέλφους και ιδιαίτερα αυτούς που συνεργαστήκαμε στα Διοικητικά Συμβούλια. Ακόμη να ζητήσω συγγνώμη εάν -άθελά μου πάντα-στεναχώρησα ή αδίκησα κάποιο συνάδελφο σ’αυτή τη μακρά πορεία.
Μερικές σκόρπιες, αποσπασματικές και ανοργάνωτες «επετειακές» σκέψεις για τη Δικηγορία και τη Δικαιοσύνη:
Ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν πως η δικηγορία είναι λειτούργημα. Μόνο που αυτό συμβαίνει εάν και ο δικηγόρος αισθάνεται «λειτουργός». Αν δηλαδή αισθάνεται πως πέρα από το βιοπορισμό του, που είναι φυσικά το απαραίτητο επαγγελματικό στοιχείο, διαθέτει και την επιπλέον αίσθηση της υπηρέτησης του δικαίου με την προβολή και υπεράσπιση των δικαιωμάτων του πολίτη και κυρίως -κατά την άποψή μου- της εξεύρεσης λειτουργικών λύσεων στα προβλήματα των σχέσεων των ανθρώπων. Ο λειτουργηματικός χαρακτήρας της δικηγορίας βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τη μείωση των αντιδικιών στις αστικές διαφορές. Δυστυχώς, στη χώρα μας μέχρι σήμερα όλες οι προσπάθειες που έγιναν για την εδραίωση θεσμών συμβιβαστικής επίλυσης των διαφορών και διαμεσολάβησης απέτυχαν. Θα ήταν ευχής έργο να είχαμε πετυχημένη εμπειρία σε αυτούς καθώς και εκτεταμένη χρήση των υπηρεσιών της προληπτικής συμβουλευτικής και διαμεσολαβητικής δικηγορίας. Αυτό θα αναβάθμιζε το ρόλο του δικηγόρου και μακάρι να πετύχει ο νέος θεσμός της διαμεσολάβησης, που επιχειρείται να καθιερωθεί.
Η περίσκεψή μου για το σήμερα και για το μέλλον της ανεξάρτητης δικηγορίας είναι μεγάλη. Τα τελευταία χρόνια η ελληνική πολιτεία, υλοποιώντας μια σειρά μνημονιακών δεσμεύσεών της, αφαίρεσε θεσμικά από τους δικηγόρους ένα σημαντικότατο τμήμα της δουλειάς τους, υποβιβάζοντάς τους ηθελημένα στο ρόλο του «προαιρετικού αξεσουάρ του συστήματος». Ας είμαστε ειλικρινείς: ποτέ καμία κυβέρνηση και κανένας πολιτικός δεν ήθελε το δικηγορικό σώμα ισχυρό. Δε θυμάμαι ποτέ (διορθώστε με οι παλαιότεροι εμού) να πέρασε από τη Βουλή οτιδήποτε θα αναβάθμιζε το ρόλο και τη θέση των δικηγόρων. Αντίθετα, πέρασαν και περνούν συνέχεια μέτρα αποδόμησης και απίσχνανσης του δικηγορικού κόσμου. Οι έλληνες πολιτικοί, αμαθείς, ημιμαθείς, με προσόντα «αγωνιστή» (= χιλιόμετρα αφισοκόλλησης, που εξαργυρώνονται μέχρι σήμερα), αποκομμένοι από τη ζωή και την κοινωνία καθώς οι πλείστοι αυτών ουδέποτε εργάστηκαν και δη στον ιδιωτικό τομέα (παιδιά γαρ του «κομματικού σωλήνα»), πάντοτε φοβόντουσαν τους μαχόμενους ανεξάρτητους δικηγόρους. Αλλά και το επιχείρημα ότι «η μισή Βουλή είναι δικηγόροι» επίσης δε στέκει για δύο λόγους: α) οι δικηγόροι αυτοί ήσαν στην πλειονότητά τους ανέκαθεν κομματικοί γενίτσαροι μειωμένων ικανοτήτων γενικώς… και β) σήμερα η «μισή Βουλή» αποτελείται από πάσης φύσεως απερίγραπτα όντα, που μπορεί να βγάλουν πάνω στο βουλευτικό έδρανο ακόμη και το ταπεράκι με τα γεμιστά για να φάνε…(έχει συμβεί…). Δεν ξέρω αν είναι μέρος οργανωμένου σχεδίου, αλλά αυτό που έρχεται είναι η συρρίκνωση μέχρι εξαφανίσεως του μεμονωμένου ανεξάρτητου δικηγόρου και η υπαλληλοποίηση της μεγάλης μάζας των δικηγόρων σε μεγάλα γραφεία (δήθεν εταιρείες), με μισθούς πείνας και μεσαιωνικές εργασιακές σχέσεις. Υπάρχουν φυσικά και υγιείς πραγματικές δικηγορικές εταιρείες και πρέπει να δημιουργηθούν περισσότερες από αυτές, αλλά δυστυχώς το πνεύμα της ομαδικής εργασίας και συνεργασίας στην Ελλάδα δεν είναι το φόρτε μας. Βλέπω και χαίρομαι πραγματικά τους νέους συναδέλφους. Έχουν εξαιρετικά προσόντα: γνώση, ήθος, τίτλους μεταπτυχιακούς ακόμη και διδακτορικούς, ξένες γλώσσες και πολλά ακόμη. Η εποχή στην οποία ξεκινούν είναι πολύ δύσκολη και οι συνθήκες γύρω τους έως και «τοξικές». Οι νέοι έλληνες νομικοί είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο και πρέπει κάπως επιτέλους να αξιοποιηθούν, όπως τους αξίζει.
Οι δικηγόροι βγαίνουμε σιγά-σιγά από μια πολύμηνη κινητοποίηση. Για ένα σχεδόν εξάμηνο απείχαμε από τα καθήκοντά μας, η Δικαιοσύνη είχε παραλύσει εντελώς και κανενός δεν ίδρωσε το αυτί . Βλέπετε, δεν κατεβάσαμε διακόπτες ρεύματος, δεν κλείσαμε δρόμους με τρακτέρ, ούτε αποκλείσαμε λιμάνια μπας και δούμε κάποια ανταπόκριση… Αναβλήθηκαν (οι περισσότερες στις …καλένδες) 700.000 υποθέσεις και αυτό ήταν όλο. Ο ένας από τους τρεις πυλώνες της Δημοκρατίας μας κείτεται σε θρύψαλα και δεν τρέχει τίποτε κυριολεκτικά. Νομίζω ότι τούτο είναι ενδεικτικό για τη θέση που κατέχει στην αξιολογική κλίμακα τόσο των κυβερνήσεων όσο και του λαού η Δικαιοσύνη. Έως και ανύπαρκτη. Είναι εύγλωττο το γεγονός ότι παγίως το Υπουργείο Δικαιοσύνης είναι το τελευταίο σε χρηματοδότηση. Οι ελλείψεις σε υποδομές και προσωπικό είναι τραγικές. Θυμάμαι πέρυσι το καλοκαίρι έναν εξαίρετο υπάλληλο του Πρωτοδικείου Ιωαννίνων να καλύπτει μόνος αυτός –αγόγγυστα και αδιαμαρτύρητα προς τιμήν του- πέντε (5) ολόκληρα τμήματα !!! Φυσικά η καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης/αρνησιδικία είναι πλέον συστατικό στοιχείο ένθετο και αμετακίνητο. Παράλληλα, το κόστος προσφυγής στη Δικαιοσύνη έχει καταστεί απαγορευτικό για τον περισσότερο κόσμο, ιδιαίτερα στις συνθήκες της ζοφερής κρίσης που βιώνουμε. Αυτό που κάποτε φοβόμαστε και απευχόμαστε, δηλαδή το σχήμα «λίγοι πλούσιοι δικηγόροι για λίγους πλούσιους πελάτες» βρίσκεται επί θύραις.
Ο περίφημος ελληνικός λαός το μόνο που κάνει διαχρονικά είναι να χλευάζει τους δικηγόρους ως «ψεύτες» και «απατεώνες» και ως ήκιστα αντελήφθη ότι στην τελευταία μας κινητοποίηση αγωνιστήκαμε μεταξύ των άλλων και ενάντια στην πλήρη απογύμνωσή του από τα δικαιώματα, που κάποτε είχε και αποτελούσαν ένα φραγμό στις ορέξεις των δανειστών του, που αύριο θα τον εξώσουν βιαίως από το σπίτι του. Όπως επίσης δεν ξέρω αν κατάλαβαν και οι λοιποί επιστήμονες ελεύθεροι επαγγελματίες ότι παλέψαμε και για το δικό τους ασφαλιστικό μέλλον, ενώ αυτοί εργάζονταν κανονικά («no hard feelings», που λένε και στο χωριό μου…ή «καλή καρδιά» επί το ελληνικότερον…). Τέλος, δεν ξέρω αν έχουν καταλάβει οι πάντες -και αν τους ενδιαφέρει βεβαίως- πως ένα πράγμα που κάποτε λεγόταν «Κράτος Δικαίου» δεν υπάρχει πια. Και το κακό με όσα απόλλυνται στο χώρο της Δικαιοσύνης είναι πως πολύ δύσκολα πλέον επανακτώνται, καθώς θεωρούνται «ψιλά γράμματα».