Τρία ευχαριστώ για το μουσικό «ευ ζην»

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι, στους οποίους χρωστάμε το «ευ ζην».  Άνθρωποι που μας ανοίγουν δρόμους, μας παρέχουν ουσιαστική γνώση,  μας διαμορφώνουν την προσωπικότητα και το σπουδαιότερο απ’ όλα: μας εμπνέουν να αγαπάμε πράγματα εφ’ όρου ζωής.  Χωρίς περισσότερο πρόλογο, είναι τιμή μου,  που οφείλω το «μουσικό ευ ζην» μου, καθώς και τις εις το διηνεκές ευχαριστίες μου γι’αυτό, στους τρεις εξαιρετικούς κυρίους, που ακολουθούν:

Γιάννης Πετρίδης

Γιάννης Πετρίδης:  Όταν σε ηλικία 14 ετών ένα μεσημέρι άνοιξα το ραδιόφωνο και έπεσα πάνω στο «Ποπ Κλαμπ» του Γιάννη Πετρίδη, που είχε αφιέρωμα στους Μπητλς, ένιωσα ότι από εδώ και πέρα η ζωή μου θα ήταν διαφορετική. Ο Πετρίδης είχε τότε μόλις ξεκινήσει στην ΕΡΤ την εκπομπή του αυτή, όντας επιλογή του Μάνου Χατζιδάκι, διευθυντή τότε της Κρατικής Ραδιοφωνίας (ναι, υπήρξε τέτοια εποχή…). Το ταξίδι αυτής της εκπομπής κράτησε 37 ολόκληρα συνεχόμενα χρόνια στην ΕΡΤ (παγκόσμιο ρεκόρ αναμφίβολα) και συνεχίζεται ακόμη και σήμερα στην ίδια συχνότητα αφού μεσολάβησε ένα πέρασμά του από τον «Βήμα FM».  Είναι αδύνατο να πω έστω και περιληπτικά τι έχω μάθει από τον Πετρίδη. Είχε προσανατολίσει την εκπομπή του κυρίως στην  ποπ και ροκ μουσική, χωρίς όμως να αφήνει απέξω και άλλα είδη, όπως η σόουλ, η κάντρι, το γαλλικό και το ιταλικό τραγούδι, ακόμα και η ποιοτική ελληνική μουσική (τομέα που υπηρετούσε στη Ραδιοφωνία το άλλο «ιερό τέρας», ο Γιώργος Παπαστεφάνου). Ο πλούτος των γνώσεων, το καλό γούστο, η ισορροπημένη κριτική ματιά, τα πολυάριθμα ειδικά αφιερώματα χαρακτηρίζουν τις εκπομπές του ακόμη και σήμερα. Πάντα εξαιρετικά και έγκαιρα ενημερωμένος, χωρίς μάλιστα να έχει τότε τις δυνατότητες άντλησης πληροφοριών, που υπάρχουν απλόχερα σήμερα. Πάντα μπροστά από την εποχή του, αγκάλιασε έγκαιρα και προέβαλε τη στιγμή που έπρεπε την μεγάλη επανάσταση του πανκ και του new wave. Στήριξε τη μαύρη μουσική, όταν μέσα στη φούρια του πανκ ροκ όλοι την απαξίωναν (αλήθεια, πόσο έχουν αντιστραφεί σήμερα τα πράγματα, με το ροκ πολύ λίγοι ασχολούνται πλέον…). Με παθολογική αγάπη για τον κινηματογράφο και πάμπολλες κινηματογραφικές αναφορές στις εκπομπές του. Κάτοχος μιας από τις μεγαλύτερες συλλογές δίσκων παγκοσμίως. Του δόθηκε το προσωνύμιο του «Έλληνα Τζον Πηλ», για την ομοιότητα με το μακαρίτη πλέον μουσικό δημοσιογράφο του BBC σε ό,τι αφορά τη μακροβιότητα της εκπομπής του και την ανακάλυψη νέων καλλιτεχνών. Είναι ένας από τους 50 εκλέκτορες διεθνώς,  που ψηφίζουν κάθε χρόνο για την είσοδο καλλιτεχνών στο «Rock and Roll Hall Of Fame». Για πολλά χρόνια ήταν εκδότης του περιοδικού «Ποπ και Ροκ», το πρώτο που κάλυψε το τεράστιο για την Ελλάδα κενό της μουσικής ενημέρωσης. Αργότερα ασχολήθηκε και με τη μουσική βιομηχανία ως διευθυντής της δισκογραφικής εταιρείας Virgin στην Ελλάδα, προωθώντας σημαντικά ελληνικά συγκροτήματα όπως οι «Τρύπες».  Θα μπορούσα να γράφω για μέρες ολόκληρες για τον Πετρίδη. Πρωτογενής παραγωγή  πολιτισμού στην καλύτερη εκδοχή της, μακριά από τη χυδαιότητα και την ευτέλεια γούστου που μας περιβάλλει. Όλα αυτά με ήθος, ευγένεια, αξιοπρέπεια και εγκυρότητα. Διαβάστε τις πολλές συνεντεύξεις του, που υπάρχουν στο διαδίκτυο και όσοι δεν τον ξέρετε θα καταλάβετε ότι πρόκειται για ένα μοναδικό πολιτιστικό κεφάλαιο της χώρας μας, ένα φαινόμενο που ξεκίνησε πριν από 43 χρόνια και συνεχίζει.  Του οφείλω ότι έμαθα να ακούω μουσική, να ανακαλύπτω καινούργια πράγματα και να έχω ανοιχτό πνεύμα ακρόασης και βίωσης της μουσικής.

Αργύρης Ζήλος:  Επέδρασε στη μουσική μου γνώση μέσα από το ραδιόφωνο με την εκπομπή του «Απόηχοι» και από τις δισκοκριτικές του στο περιοδικό «’Ηχος» μαζί με μια ομάδα σπουδαίων συνεργατών του, που έγραφαν επίσης εκεί (Κώστας Λυμπερόπουλος, Νίκος Διαμαντόπουλος, Ηλίας Φράγκος, κ.α.). Στη δεκαετία του ΄80 ο «Ήχος» δεν ήταν παρά το απόλυτο «ευαγγέλιο», για όποιον παρακολουθούσε την εναλλακτική και ανεξάρτητη σκηνή του ροκ. Ο Αργύρης Ζήλος με κριτήριο όχι αλάθητο -αλλά συνήθως σωστό- ήξερε να ανακαλύπτει άγνωστα διαμάντια, «σκάβοντας» με υπομονή μεταλλωρύχου σε ορυχείο. Το φόρτε του ήταν τα άγνωστα και περίεργα. Από αυτόν άκουσα και αγάπησα συγκροτήματα και καλλιτέχνες όπως οι “Deep Freeze Mice”, οι “Sad Lovers and Giants”, οι “Bron Area”, οι “Mission of Burma”, οι “Punishment of Luxury”, οι “Fehlfarben”, οι “Mecano”, οι “Einstürzende Neubauten”, οι “Green On Red”, οι “Dream Syndicate”  και άπειροι άλλοι, που ποτέ φυσικά δεν έγιναν γνωστοί και διάσημοι. Στην εκφώνησή του στο ραδιόφωνο ήταν ψυχρός και ανέκφραστος, όμως αυτά που έλεγε και κυρίως οι μουσικές που έπαιζε σε υποχρέωναν να μην ξεκολλάς το αυτί σου από εκεί. Παράλληλα αποτελούσε την επιτομή του κριτικού δίσκων:  μεθοδικά και συστηματικά παρακολουθούσε τη δισκογραφία του ροκ  και οι κριτικές του ήταν «φόβος και τρόμος», καθώς δε χάριζε κάστανα:  αυστηρός, οξύς και ενίοτε ειρωνικός όταν απέρριπτε κάτι, συγκρατημένα θετικός και ποτέ ενθουσιασμένος με ότι του άρεσε (εγώ τουλάχιστον ποτέ δεν τον θυμάμαι ενθουσιασμένο). Είναι ένας από τους πιο ευρηματικούς «ατακαδόρους» όλων των εποχών !  Αγαπημένη μου ατάκα του : «Αν αυτή είναι η φάτσα του μέσου γερμανού διασκεδαστή, να μια χώρα που πρέπει κανείς να διασχίσει αυστηρά με αεροπλάνο», αναφερόμενος σε ένα εξώφυλλο δίσκου γερμανικού συγκροτήματος !!!  Πέρασαν  πολλά χρόνια από τότε που ο Αργύρης Ζήλος δεν ακούγεται πια στο ραδιόφωνο και αυτό είναι απώλεια. Όμως έχει δημιουργήσει ένα άλλο κοινό, που παρακολουθεί πιστά τις κριτικές του στο περιοδικό «Αθηνόραμα». Εκεί βέβαια ασχολείται με οτιδήποτε υπάρχει -ποιοτικό ή μη- ακόμη και με το λεγόμενο «σκυλολόι». Φυσικά διαπρέπει με μοναδικές ατάκες, που έμειναν στην ιστορία, καθώς είναι πιθανόν ο μοναδικός, που μπορεί να γράψει (αρνητική βέβαια) κριτική δίσκου με δύο λέξεις. Παράδειγμα: ΠΑΝΟΣ ΚΙΑΜΟΣ – «Γύρνα σε μένα» Δε σφάξανε!   ή  ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΗΛΙΑΔΗ – «Ποτέ δεν έφυγες»  Ποτέ δεν ήρθα! – ΝΟΤΗΣ ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗΣ – «Κοινωνία ώρα…7» Στο εξώφυλλο απουσιάζει η μορφή του τραγουδιστή. Να γινόταν το ίδιο ως δια μαγείας και με τη μουσική του!   Ας είναι …. Προσωπικά του οφείλω το ότι με έμαθε να ερευνώ τη μουσική και να εκτιμώ πράγματα έξω από τα καθιερωμένα και προφανή. Ακόμη-εξ αντιδιαστολής- με έμαθε να μην είμαι τόσο αυστηρός με την καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά να προσπαθώ να εκτιμώ και να διαβλέπω το δημιουργικό κίνητρο με επιείκεια.

Νίκος Σαββάτης:  Η εκπομπή του Νίκου Σαββάτη «Διαδρομές» στο ραδιόφωνο στα μέσα της δεκαετίας του΄80 πέρασε από πολλούς απαρατήρητη. Όμως, ήταν μια εξαιρετικά πρωτοποριακή προσπάθεια εισαγωγής του ελληνικού κοινού στη μαύρη μουσική καθώς και σε αυτό, που αργότερα όλοι έμαθαν με τη γενική ταμπέλα του «έθνικ».  Έτσι λοιπόν, κάθε μεσημέρι Κυριακής 4-5, τα ερτζιανά πλημμύριζαν με τους ήχους της σόουλ, της τζαζ, του φανκ, της ρέγγε, του ραπ (το μετέπειτα πανίσχυρο χιπ-χοπ), μουσικές της  Αφρικής, της Καραϊβικής, της Βραζιλίας, της Κούβας … Ένα πολύχρωμο ηχητικό καλειδοσκόπιο και μάλιστα όχι δομημένο θεματικά αλλά με τις μουσικές ανακατεμένες από το ένα είδος στο άλλο, χωρίς αυτή η μίξη να ξενίζει καθόλου. Και όλα αυτά με μια παρουσίαση, θετική, ανοιχτόκαρδη, οικεία, σαν όλες αυτές οι πρωτόγνωρες μουσικές να ήταν μέρος της ζωής μας από χρόνια. Ολόκληρη η εκπομπή έβγαζε προς τα έξω έναν αέρα  κατάφασης, ένα τεράστιο «ναι» στη ζωή και τη μουσική, καθώς και την αίσθηση ότι ο κόσμος είναι ένας και πολύ μικρός. Συνεπώς μπορούμε, αν θέλουμε να ανοίξουμε τα αυτιά μας και την καρδιά μας και να τον κάνουμε δικό μας μέσα από τη μουσική του !!!  Είναι απίστευτο πραγματικά πόσο μπροστά ήταν αυτή η εκπομπή από την εποχή της. Ο Νίκος Σαββάτης με μοναδική διορατικότητα είχε ήδη πρόωρα βρεθεί στην πρωτοπορία των μουσικών εξελίξεων πριν κάν αυτές εκδηλωθούν από τη δεκαετία του 1990 και μετά. Έτσι, όσοι τον παρακολουθούσαμε, είμαστε έτοιμοι, όταν εκδηλώθηκε το διπλό τσουνάμι, το οποίο ακολούθησε. Μας είχε προειδοποιήσει με τον τρόπο του για την έκρηξη και κυριαρχία της μαύρης μουσικής, που συνεχίζεται αυξανόμενη μέχρι σήμερα και για την ανάδειξη των μουσικών του Τρίτου Κόσμου, πριν ακόμη ξεκινήσουν οι σχετικές «σταυροφορίες» με τις εξειδικευμένες εταιρείες του Πήτερ Γκάμπριελ (Real World) και του Ντέιβιντ Μπερν (Luaka Bop). Κάποια στιγμή όμως ο Νίκος Σαββάτης -δυστυχώς για εμάς τους λίγους, που αγαπήσαμε τις ανοιχτόκαρδες, χρωματιστές εκπομπές του- εγκατέλειψε εντελώς εδώ και πάρα πολλά χρόνια το ραδιόφωνο και αφιερώθηκε στη μελέτη και διδασκαλία της θεωρίας και ιστορίας του κινηματογράφου, καθώς και τη συγγραφή σεναρίων. Αναζητώντας στο διαδίκτυο τα ίχνη του βρίσκει κανείς εκπληκτικές αναλύσεις και εισηγήσεις του για κινηματογραφικά θέματα. Εγώ του οφείλω ένα τεράστιο κομμάτι του μουσικού «ευ ζην» μου και μάλιστα το χρονολογικά πιο πρόσφατο, καθώς μου μετέδωσε το πνεύμα της αγάπης για την «πιο καυτή μουσική», όπως έλεγε ο ίδιος στην προμετωπίδα της εκπομπής του.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s